Συνέντευξη του Πραξιτέλη Ζαχαριάδη στο REFEREE

0
Ο Πραξιτέλης Ζαχαριάδης ανήκει στη νέα γενιά των Ελλήνων διαιτητών. Σε ηλικία 29 ετών είναι από το καλοκαίρι στον πίνακα της Σούπερ Λίγκα και ελπίζει ότι στο μέλλον θα περπατήσει πάνω στα χνάρια του πατέρα του Θανάση, ο οποίος έκανε μεγάλη καριέρα στην Α’ εθνική και επί τέσσερα χρόνια έφερε το σήμα της ΦΙΦΑ.



Ο νεαρός ρέφερι μίλησε στο “R” για την πορεία του στο χώρο, τις φιλοδοξίες του, αλλά και το πώς βιώνει τη σημερινή δύσκολη συγκυρία στην οποία βρίσκεται η χώρα μας.

-Ποιος είναι ο Πραξιτέλης Ζαχαριάδης εκτός γηπέδων;

Είμαι απόφοιτος των ΤΕΦΑΑ Θεσσαλονίκης. Εκεί πέρασα με τη δεύτερη, διότι την πρώτη φορά είχα μπει στα Ιωάννινα στο παιδαγωγικό για νηπιαγωγός. Παρακολούθησα κανονικά τα μαθήματα εκεί για ένα χρόνο.  Αφού υπηρέτησα στο στρατό στις ειδικές δυνάμεις, εργάστηκα σαν ωρομίσθιος καθηγητής και σε διάφορα γυμναστήρια και τα τελευταία δύο χρόνια έχω προσληφθεί στη δημοτική αστυνομία Ωραιοκάστρου.

-Για ποιο λόγο προτιμήσατε τη γυμναστική ακαδημία από το να γίνετε νηπιαγωγός;

Προέρχομαι από αθλητική οικογένεια. Εγώ έπαιζα μπάσκετ από πολύ μικρός στον Αχιλλέα Τριανδρίας μέχρι που τέλειωσα το Λύκειο. Τα ΤΕΦΑΑ ήταν αυτό που ήθελα, απλά δεν μπόρεσα να περάσω με τη πρώτη.  Βέβαια στην πορεία υπήρξαν προβλήματα στην επαγγελματική μου αποκατάσταση. Διότι οι περισσότεροι συμφοιτητές μου στα Γιάννενα έχουν διοριστεί. Για να είμαι απόλυτα ειλικρινής, η πρώτη μου σκέψη ήταν η δημοσιογραφία, αλλά την εγκατέλειψα γρήγορα.

-Ο πατέρας σας έκανε μεγάλη καριέρα σαν διαιτητής. Ηταν αυτός που σας παρακίνησε να ασχοληθείτε με τον χώρο;

Εγώ ήμουν 16 ετών όταν σταμάτησε την ενεργό δράση. Μέχρι τότε τον παρακολουθούσα. Όταν ήμουν στα Γιάννενα έβγαλα τη σχολή, αλλά τον επόμενο χρόνο όταν επέστρεψα  στη Θεσσαλονίκη, ο πατέρας μου, που ήταν πρόεδρος στον σύνδεσμο, με έβαλε να ξαναβγάλω τη σχολή. Δεν μπορώ να πω ότι με ενθάρρυνε ιδιαίτερα. Μου έλεγε: «Βγάλε τη σχολή, να δούμε αν είσαι καλός και βλέπουμε…».  Στην αρχή το είχα πάρει πολύ χαλαρά, αλλά σιγά-σιγά και όσο ανέβαινα τις κατηγορίες παθιαζόμουν. Πάντως ο πατέρας μου ήταν και είναι ο πιο αυστηρός κριτής μου.

-Το όνομα του πατέρα σας ήταν βαρύ φορτίο για σας;

Με γέμιζε μεγαλύτερες ευθύνες. Κοιτάξτε, θεωρώ καλό ο γιος να θέλει να ξεπερνάει τον πατέρα του.  Όταν, λοιπόν, αυτός έχει φτάσει στην ανώτερη κλίμακα, αυτή του διεθνή διαιτητή, καταλαβαίνει κανείς πόσο δύσκολο είναι κάτι τέτοιο. Είναι, όμως, και ένα κίνητρο, μια επιπλέον πρόκληση, που λειτουργεί προς όφελός σου.

-Η μητέρα των διαιτητών είναι συνεχώς στα χείλη των οπαδών και όχι με κόσμιο τρόπο. Φαντάζομαι ότι η δική σας έχει ακούσει πολλά λόγω εσάς και του πατέρα σας. Πόσο σας επηρεάζουν τέτοιου είδους συνθήματα;

Με τον καιρό όλο αυτό το σκηνικό σου γίνεται βίωμα. Ξέρεις πως έτσι είναι πλασμένη η ελληνική κοινωνία. Είναι θέμα και έλλειψης παιδείας. Από το γ’ τοπικό έως τη Σούπερ Λίγκα ο καθένας που είναι στην εξέδρα ασχολείται με τον διαιτητή και βρίζει αυτόν και τα μέλη της οικογένειάς του. Με τον καιρό το συνηθίζεις και δεν αφήνεις να σε επηρεάσουν στο παραμικρό τα όσα ακούγονται. Το έχω πάρει και ως αρχή από τον πατέρα μου. Ποτέ δεν άφησε τα προβλήματα του γηπέδου να μεταφερθούν στο σπίτι μας, όπως και αντιστρόφως τα προβλήματα του σπιτιού να μεταφερθούν στο γήπεδο.

-Το ντεμπούτο σας στη Σούπερ Λίγκα στον αγώνα Καβάλα-Πανιώνιος δεν ήταν το καλύτερο δυνατό. Ηταν ένα ματς που στράβωσε πολύ. Πόση δύναμη χρειάζεται μετά από κάτι τέτοιο για να το αφήσεις πίσω και να πεις ότι προχωράς;

Σίγουρα το ντεμπούτο μου στη Σούπερ Λίγκα δεν ήταν όπως το περίμενα. Εχοντας, όμως, 10 χρόνια στις μικρότερες κατηγορίες ήξερα πως πατούσα γερά στα πόδια μου και έπρεπε να προχωρήσω. Λάθη πάντα μπορεί να κάνεις. Το θέμα είναι  να κοιτάς να τα διορθώνεις και να μην το σκέφτεσαι συνέχεια. Ένα κακό ματς  μπορεί να σου κάνει και καλό. Διότι σου δίνει την ευκαιρία να μελετήσεις καλύτερα κάποια πράγματα που ίσως δεν είχες προσέξει όσο θα έπρεπε και να πας καλύτερα προετοιμασμένος στο επόμενο παιχνίδι σου.

-Στα ελληνικά γήπεδα υπάρχει έξαρση της βίας. Τώρα τελευταία, όμως, βλέπουμε διαιτητές και παράγοντες της διαιτησίας να γίνονται στόχοι κτυπημάτων που παραπέμπουν  αλλού…

Το πρόβλημα είναι γενικότερο. Στη χώρα μας υπάρχει έξαρση της εγκληματικότητας. Οποτε και να ακούσεις δελτία ειδήσεων μιλούν δυσάρεστα γεγονότα, όπως ληστείες, φόνους, κλοπές. Κανείς δεν μπορεί να αισθανθεί ασφαλής. Ολη αυτή ατμόσφαιρα είναι λογικό να έχει μεταφερθεί και εντός γηπέδων. Και έχω την εντύπωση πως τίποτα δεν πρόκειται να αλλάξει όσο η Πολιτεία και οι αρμόδιοι φορείς δεν αποφασίζουν να δράσουν, αλλά περιορίζονται στο να καταδικάζουν αυτές τις ενέργειες. Με τα λόγια δεν γίνεται τίποτα, δραστικά μέτρα απαιτούνται.

Μπήκαν κάμερες στα γήπεδα, θεσπίστηκε το ηλεκτρονικό εισιτήριο. Εγινε τίποτα; Το καλοκαίρι είχα πάει στο Μουντιάλ της Νοτίου Αφρικής. Το εισιτήριό μου ήταν ονομαστικό. Στο ημίχρονο σηκώθηκα από τη θέση μου, το άφησα στους φίλους μου και βγήκα έξω, συνηθισμένος από τη χώρα μας, όπου δεν γίνεται ο παραμικρός έλεγχος. Όταν θέλησα να ξαναμπώ δεν με άφηναν. Με τα χίλια ζόρια με συνόδευσαν μέχρι τη θέση μου για να διαπιστώσουν ότι όντως εγώ καθόμουν εκεί. Θα μου πείτε ότι ήταν η μεγαλύτερη διοργάνωση στον κόσμο. Σύμφωνοι. Αλλά εδώ ο καθένας μπορεί να πηγαίνει όπου γουστάρει και λογαριασμό να μη δίνει.

Το παράδειγμα της Αγγλίας θα έπρεπε να είναι οδηγός. Πήραν σκληρά μέτρα, είπαν πως για κάποια χρόνια θα μείνουν  εκτός Ευρώπης και τα γήπεδά τους από άντρα του χουλιγκανισμού έγιναν εκκλησίες.

Στην καταπολέμηση της βίας καθοριστικό ρόλο μπορεί να παίξει και η οικογένεια. Δεν νομίζω ότι κάποιος ο οποίος έχει πάρει τις κατάλληλες βάσεις από το σπίτι του στα 20-22 του θα πάει στο γήπεδο και θα αρχίσει να τα σπάει.

-Ο Ελληνας, πάντως, διακατέχεται από διαιτητολαγνεία. Κάθε Κυριακή βράδυ γίνεται ανάλυση επί αναλύσεων των διαιτητικών αποφάσεων…

Φέτος αυτό έχει μειωθεί και είναι καλό, διότι δεν επικεντρώνονται πλέον όλοι στον διαιτητή και στις αποφάσεις του αγνοώντας αυτό καθ΄ αυτό το ποδόσφαιρο.  Όχι ότι εμείς οι διαιτητές δεν κάνουμε λάθη. Αλλά αυτά είναι στο πλαίσιο του παιχνιδιού, όπως και αυτά που κάνουν οι ποδοσφαιριστές.

Η διαφορά είναι πως μια ομάδα δεν μπορεί να διακόψει το συμβόλαιο ενός ποδοσφαιριστή επειδή έκανε ένα λάθος. Θα τον βάλει και την επόμενη αγωνιστική ή έστω τη μεθεπόμενη.  Εμείς ένα λάθος το πληρώνουμε με το να μην παίζουμε και κάποιες φορές μπορεί να μην έχουμε μια δεύτερη ευκαιρία.

Πολλές φορές παρατηρούμε στον Τύπο να ασχολούνται στα πρωτοσέλιδα ή την κριτική του αγώνα με τον διαιτητή και όχι με το τι έγινε στο ματς. Αυτό… ανάβει τον αναγνώστη, ιδιαίτερα τον οπαδό, που αναζητεί την ευκαιρία να ρίξει κάπου τα βάρη για το γεγονός ότι η ομάδα του δεν τον ικανοποιεί με την μπάλα που παίζει ή δεν πάει καλά.

Οσοι είναι απ’ έξω από τον χώρο δεν βλέπουν ότι για να είμαστε σε επαγγελματικό επίπεδο πρέπει να κάνουμε συνεχώς προπονήσεις, να μας στερείται η οικογένειά μας και εν τέλει ότι παίζουμε διότι μας αρέσει και όχι διότι έχουμε μια καλή αμοιβή στη Σούπερ Λίγκα, η οποία παρεμπιπτόντως είναι μικρότερη σε σχέση με άλλες χώρες της Ευρώπης. Προσωπικά δεν έχω τη διαιτησία για να ζω. Αυτό το κάνω μέσω της δουλειάς μου.

Από  πλευράς διαιτησίας έχουν γίνει βήματα προόδου, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια και χάρη στις πρωτοβουλίες της ΔΑΔ. Δεν λέμε ότι δεν γίνονται λάθη, αλλά έχουν περιορισθεί. Η συστηματική προσπάθεια που γίνεται δεν μπορεί να αποφέρει άμεσα αποτελέσματα. Θα δρέψουμε τους καρπούς σε 2-3 χρόνια και πιστεύω πως θα είναι ιδιαίτερα καλοί.

Οι παράγοντες του ποδοσφαίρου θα πρέπει να καταλάβουν ότι θα πρέπει να ασχοληθούν περισσότερο με το να βελτιώσουν το προϊόν τους, όπως και τις γηπεδικές  εγκαταστάσεις.  Ο Ελληνας φίλαθλος νιώθει παραμελημένος, δεν τον γεμίζει αυτό που βλέπει και πολλές φορές ξεσπάει.

Επίσης θα πρέπει οι ομάδες να ρίξουν το βάρος τους στις υποδομές. Μέχρι πέρυσι διαιτήτευα τις ομάδες νέων και ειλικρινά το ευχαριστιόμουν. Εβλεπα παιδιά νεαρά σε ηλικία να παίζουν ωραίο ποδόσφαιρο και να μην ασχολούνται με τον διαιτητή και τι σφύριξε

-Είστε μαζί με τον Γιώργο Κωνσταντινίδη εκτός των άλλων και υπεύθυνοι για την εκγύμναση των διαιτητών της Θεσσαλονίκης. Πώς αισθανθήκατε πρόπερσι στην Καλαμάτα όταν πολλοί διαιτητές τους συνδέσμου σας κόπηκαν στα αγωνιστικά τεστ;

Όπως έχει διαμορφωθεί σήμερα η κατάσταση για να μπορείς να στέκεσαι διαρκώς σε υψηλό επίπεδο δεν μπορείς να εφησυχάζεις καθόλου. Πρέπει να είσαι επαγγελματίας σε ό,τι αφορά τη  προπόνησή σου και να ακολουθείς ένα πρόγραμμα πιστά 4-5 ημέρες την εβδομάδα. Όχι ότι δεν θα χαλαρώσεις κάποιες ημέρες μέσα στο χρόνο, αλλά και αυτό θα γίνει μέσω προγράμματος.

Αν είναι να κάνεις χαβαλέ και να φορτσάρεις λίγο πριν τα τεστ, μόνο και μόνο για να τα περάσεις,  κακό του κεφαλιού σου. Διότι πολλοί συνάδελφοι δεν μπόρεσαν να βγάλουν τις αγωνιστικές δοκιμασίες επειδή το πήραν αψήφιστα το ζήτημα και ήταν σίγουροι ότι θα βγάλουν τα τεστ όπως και να έχει. Απέτυχαν, όμως, και δεν μπορούσαν να το χωνέψουν. Ούτε εγώ μπορούσα να το πιστέψω για κάποιους από αυτούς. Κάναμε κάποια δοκιμαστικά και έπιαναν περίπατο τους χρόνους και αναρωτιόμασταν όλοι: «Μα, είναι δυνατόν να κόπηκαν;». Κι, όμως, είναι.

Όπως έχω διαπιστώσει, πάντως, για κάποιον που αθλείται συστηματικά τα τεστ βγαίνουν. Και με αυτή την ευκαιρία να θίξω ένα γενικότερο θέμα. Πρέπει ο Ελληνας να βάλει στο DNA του την άθληση. Δεν είναι μόνο για να κάνεις επιδόσεις ή να βγάζεις κάποια τεστ. Είναι θέμα υγείας.

-Είστε ένας νέος άνθρωπος. Πώς βιώνετε την κρίσιμη οικονομική συγκυρία και τις δύσκολες ημέρες που περνάμε σαν χώρα; Η γενιά σας βρίσκεται στο μάτι του κυκλώνα…

Είμαι 29 ετών και ευχαριστώ το Θεό που έχω μια σταθερή δουλειά και παίρνω έναν μισθό. Στενοχωριέμαι, όμως, όταν βλέπω δίπλα μου συνανθρώπους μου να υποφέρουν και να μην έχουν χρήματα που τους είναι απαραίτητα. Υπάρχουν φιλαράκια μου που χάνουν τη δουλειά τους και μένουν άνεργοι χωρίς να ξέρουν τι τους ξημερώνει. Τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα, ας μη γελιόμαστε. Συνεχώς γινόμαστε δέκτες άσχημων ειδήσεων και δεν ξέρουμε αν ποτέ θα γίνουμε όπως πριν παρά τις θυσίες που κάνουμε.

Πρέπει, όμως, να σκεφτούμε ώριμα και ψύχραιμα και να μη σηκώσουμε τα χέρια ψηλά, μη χάσουμε τις ελπίδες μας για ένα καλύτερο αύριο. Όπως λέει ο λαός, η ελπίδα πεθαίνει τελευταία. Αν τη χάσουμε και αυτή, τι έχουμε να προσμένουμε;

-Τι θα θέλατε να φέρει το 2011;

Καταρχήν να εξαλειφθεί, στο μέτρο του δυνατού, βέβαια, η βία από τα γήπεδα. Η ελληνική διαιτησία να πάει καλύτερα και να βάλει και αυτή ένα λιθαράκι στην άνοδο του ποδοσφαίρου μας. Και τέλος στην Ελλάδα να αρχίσουμε να χαμογελάμε ξανά.

Δημοσίευση σχολίου

0Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου (0)